жупел - translation to πορτογαλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

жупел - translation to πορτογαλικά


жупел      
papão (m) ; (пугало) espantalho (m)

Ορισμός

ЖУПЕЛ
нечто, внушающее страх, отвращение; то, чем пугают.
Быть жупелом для кого-н.

Βικιπαίδεια

Жупел
Жу́пел в церковнославянском языке — горящая сера, а также горящая смола, жар и смрад, пекло, смага, адская мука и страшилище.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για жупел
1. Не были всерьез поначалу восприняты и жупел "перерождения" и коррупции, и жупел так называемого правого уклона.
2. - Бросьте, инфляция -это такой либеральный жупел, которым нас пугают постоянно.
3. Слово "преемник" это жупел, дымовая завеса, леденец во рту.
4. И знаменитая Casta Diva превращается в этакий вампучный жупел классики.
5. Параллельно на Северном Кавказе раскручивался жупел грузинской угрозы.